ανιμισμός

ανιμισμός
Θεωρία που αποδίδει όλα τα φυσικά φαινόμενα σε μια πνευματική δύναμη ή ψυχή (από το λατινικό anima)ξεχωριστή από την ύλη. Στη βιολογία και στην ψυχολογία, o α. βασίζεται στην πεποίθηση ότι η ψυχή είναι άυλο στοιχείο, που συνεργάζεται με το σώμα διαμέσου του νευρικού συστήματος και του εγκεφάλου. Στη φιλοσοφία, είναι η θεωρία που υποστηρίζει πως κάθε ύλη κινείται εκ των έσω και πως η πηγή κάθε μορφής ζωής, διανοητικής και σωματικής, έχει πνευματικό χαρακτήρα. Ο όρος α. χρησιμοποιείται όμως συχνότερα στην εποχή μας με το περιεχόμενο που του έδωσε ο σερ Έντουαρντ Μπέρνετ Τάιλορ (1832-1917). Σύμφωνα με τον μεγάλο ανθρωπολόγο, ο α. είναι μια μορφή θρησκείας των πρωτόγονων λαών, για τους οποίους τίποτε δεν είναι πραγματικά άψυχο: ολόκληρη η φύση (φυτά, πέτρες, ποτάμια, πηγές, βουνά, ήλιος, φεγγάρι, άνεμοι, θύελλες) ζωογονείται από ιδιαίτερα πνεύματα, που είναι έμβια όντα με ιδιότητες ανώτερες από αυτές του ανθρώπου. Αυτά λατρεύονται ως δυνάμεις από τις οποίες ο άνθρωπος ζητά βοήθεια, ενώ ταυτόχρονα φοβάται την οργή τους. Ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον Τάιλορ, φαντάστηκε πως αυτά τα πνεύματα μοιάζουν με το δικό του έτσι όπως αυτό του παρουσιάζεται σε ορισμένα φαινόμενα, όπως o ύπνος και o θάνατος. Την ώρα του ύπνου, η ψυχή φαίνεται να εγκαταλείπει το σώμα και να περιπλανιέται σε άγνωστες περιοχές ζητώντας να βρει άλλα όμοια πνεύματα και βιώνει μια ζωή διαφορετική από τη συνηθισμένη της, μια ζωή παράξενη και θαυμαστή, τη ζωή των ονείρων. Όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει, το σώμα του απομένει ψυχρό και ακίνητο: μια ψυχή του έδινε ζωή και τώρα το εγκατέλειψε για πάντα.Ενώ αρχικά η ιδέα της ψυχής αυτής αφορούσε το ανθρώπινο ον, κατέληξε να αποδίδεται με τον καιρό και σε άψυχα όντα με ιδιαίτερη σημασία για τη ζωή των ανθρώπων: με το να τους δίνουν έτσι ζωή, οι άνθρωποι μπορούσαν πια να συμπεριφέρονται με αυτά σαν να ήταν πρόσωπα, να επικαλούνται τη βοήθειά τους αν ήταν καλά και να τα εξευμενίζουν αν ήταν κακά. Η συμπεριφορά αυτή είναι, σύμφωνα με τον Τάιλορ, ενστικτώδης· για να το αποδείξει έφερε ως παράδειγμα το παιδί που, όταν χτυπήσει σε ένα τραπέζι, θυμώνει μαζί του και το αποκαλεί κακό. Ο Τάιλορ πίστευε πως οι πρωτόγονοι συμπεριφέρονταν κάπως σαν τα παιδιά και αντιπροσώπευαν μια φάση της ανήλικης ακόμα ανθρωπότητας: ακριβώς την εποχή αυτή είχαν αρχίσει να αποκαλούν πρωτόγονους τους λαούς που, όπως νόμιζαν, είχαν ζήσει όπως οι πρώτοι άνθρωποι. Οι θεωρίες αυτές θα πρέπει να τοποθετηθούν στα πλαίσια του εξελικτισμού,κατά τον οποίο ολόκληρη η ανθρωπότητα πέρασε από καθορισμένες φάσεις πριν φτάσει στον σύγχρονο πολιτισμό, ακριβώς όπως και o άνθρωπος, πριν ενηλικιωθεί, πρέπει να περάσει από τη βρεφική, την παιδική και την εφηβική ηλικία. Ο α. θα πρέπει να θεωρηθεί, κατά τον Τάιλορ, ως το αρχαιότερο στάδιο της ανάπτυξης της θρησκευτικής σκέψης και ως ένας παιδικός τρόπος σύλληψης του υπερφυσικού στοιχείου. Τις θεωρίες του Τάιλορ θεώρησαν υπερβολικά διανοητικές ορισμένοι ανθρωπολόγοι της εποχής του. Το 1899, ο Ρ. Μάρετ αντέταξε σε αυτές την αντίληψή του περί προανιμισμού,κατάσταση από την οποία πρέπει να περάσουν οι πρωτόγονοι λαοί πριν γίνουν ανιμιστές. Κατά τη θεωρία αυτή, κάθε πράγμα ζωντανεύει αναγκαστικά από κάποιο πνεύμα· αυτό συμβαίνει μόνο για όσα παρουσιάζουν έναν ιερό χαρακτήρα· εξάλλου, η έννοια της ψυχής θα πρέπει να είναι άγνωστη στους πρωτόγονους, που βλέπουν στο μάνα την αγαθοποιό ή κακοποιό εκδήλωση μιας μορφής ενέργειας, που μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο διαμέσου της ύλης. Ο πολιτισμός των Μάγια ήταν από τους λαμπρότερους αμινιστικούς. Στη φωτογραφία, λιθόγλυπτο της περιοχής Τσιτσέν Ιτσά (φωτ. Α.P.P.).
* * *
ο
βλ. ψυχοκρατία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ανιμισμός — ο (λ. λατιν.), η θρησκευτική και, αργότερα, φιλοσοφική εκείνη δοξασία σύμφωνα με την οποία όλα στη φύση έχουν ψυχή· πίσω από κάθε αντικείμενο ή φαινόμενο κρύβεται μια άυλη και αόρατη δύναμη, η ψυχή, που τα κυβερνά κατά τη θέλησή της: Ο ανιμισμός… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • ζωολατρία — Θρησκευτικός όρος που αναφέρεται στη θεοποίηση των ζώων και στην απόδοση λατρείας σε αυτά, που οφείλεται είτε στην εξαιρετική τους δύναμη είτε στην υπεροχή τους ως προς κάποια ιδιότητα έναντι του ανθρώπου. Ο πρωτόγονος άνθρωπος, έχοντας διακρίνει …   Dictionary of Greek

  • θρησκεία — Έννοια η οποία αναφέρεται σε μια σειρά αφενός νοητικών στοιχείων (δοξασιών), που σχετίζονται με την πίστη στο θείο και προϋποθέτουν αυθόρμητη αποδοχή, δηλαδή δεν είναι θεωρητικής ή επιστημονικής τάξης, αφετέρου σε μια σειρά θεσμών και πρακτικών… …   Dictionary of Greek

  • χριστιανισμός — Θρησκεία που ιδρύθηκε από τον Ιησού Χριστό, της οποίας οι δογματικές και ηθικές αρχές θεμελιώνονται στο πρόσωπο και στη διδασκαλία του ιδρυτή της –όπως αυτή παραδίδεται στα βιβλία της Καινής Διαθήκης– καθώς και στην ιερή παράδοση της Εκκλησίας. Ο …   Dictionary of Greek

  • ψυχοκρατία — η, Ν 1. (φιλοσ.) θεωρία κατά την οποία η ψυχή είναι η αρχή κάθε ζωής 2. σύνολο πρωτόγονων δοξασιών, κατά τις οποίες όλα τα όντα, τα αντικείμενα και τα φαινόμενα τής φύσης κατοικούνται από πνεύματα και έχουν ψυχή, καθώς και οι αντίστοιχες… …   Dictionary of Greek

  • ψυχολατρεία — η, ΝΜΑ, και ψυχολατρία Ν νεοελλ. ψυχοκρατία, ανιμισμός μσν. αρχ. η λατρεία τών ψυχών. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + λατρεία] …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Γουινέα — I Παράκτια εδαφική ζώνη στην Αφρική που περιβάλλει τον ομώνυμο κόλπο. Χωρίζεται από το δέλτα του ποταμού Νίγηρα σε δύο τμήματα, τη βόρεια Γ. και τη νότια Γ. Πρόκειται για χαμηλή ακτή, που ανεβαίνει προς το εσωτερικό με αναβαθμίδες, με συχνές… …   Dictionary of Greek

  • Κεντροαφρικανική Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής Παλαιότερες ονομασίες: Oυμπανγκί Σαρί (έως το 1960) / Κεντροαφρικανική Αυτοκρατορία (1976 79) Έκταση: 622.984 τ. χλμ. Πληθυσμός: 3.986.400 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Μπανγκί (669.800 κάτ. το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”